Μετά θάνατον: The Carrier Chapters No.3

Mια όμορφη μέρα φαινόταν να ξεκινάει ή τουλάχιστον το globe είχε κάνει καλό render. Όπως και να είχε, αποφάσισε να κάνει κάτι διαφορετικό στους σημερινούς επισκέπτες. "Επισκέπτες" σκέφτηκε και γέλασε, λες και θα φύγουν ποτέ, λες και έρχονται για τον ίδιο. Ποτέ δεν ερχόταν κανείς για εκείνον. "Έτσι είναι η ζωή" σκέφτηκε και γέλασε ξανά. Με μια κίνηση έκανε το πανωφόρι λες και μόλις το πήρε από καθαριστήριο, γυάλισε την πρόσοψή του και ξεκίνησε. Στην τσέπη ψαχούλεψε και βρήκε το remote, έτσι για να φτιάξει ατμόσφαιρα. Καθώς προχωρούσε κάθε λίγο πατούσε και ένα κουμπί και μονομιάς εμφανίζονταν στο δρόμο όλα όσα σκεφτόταν. Στην αρχή πολύχρωμα καταστήματα και γουστόζικα μικρά bistro, πάγκοι μικροπωλητών και συντριβάνια. Λες και γύριζαν διαφήμιση. Πιο κάτω στο δρόμο άρχισε να βαριέται οπότε έφτιαξε έναν ζωολογικό κήπο, μήπως ερχόταν κάνας μπόμπιρας. Αργότερα ένα luna park. Όσο πλησίαζε στον προορισμό μεγάλωνε το ηλικιακό group που σκεφτόταν. Έτσι κατέληξε σε ένα πάρκο με παπάκια που στη μέση δέσποζε μια ταμπέλα "WC". Θα έλεγε "εδώ πάνε όσοι δεν έπεσαν". Όχι πολύ έξυπνο αλλά οι γέροι θα ψάρωναν. Ευδιάθετος έκατσε στη θέση του. Περιμένοντας άρχισε να ψιλοβαριέται αλλά για για να μη του χαλάσει η διάθεση πάτησε ακόμα ένα κουμπί στο remote βάζοντας έτσι μουσική στην μικρή πόλη που είχε φτιάξει. Ανακάθισε και συνέχισε να περιμένει. Πιο πολύ σκεφτόταν τι θα του έρθει, πως θα κάνει τον "καλεσμένο" του να αισθανθεί πιο καλά με το γεγονός τέλος πάντων. Πέρασε αρκετή ώρα, αν υπήρχαν ώρες και χρόνος εκεί. "Ψυχή δε φάνηκε". Χαμογέλασε αχνά και σηκώθηκε. Περπατώντας μέσα στους δρόμους της μικρής του πολιτείας, με κατεύθυνση την αφετηρία του, πάτησε ένα τελευταίο κουμπί και όλα έγιναν όπως πρώτα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Γράψε τη μαλακία σου: